Τρίτη 25 Ιανουαρίου 2011


DEO NON FORTUNA

Πυθαγόρας ανάμεσα στους Ακροατές του
Μάτια που τον κοιτούν με δέος
Ψυχές κρεμασμένες
Από το εκκρεμές της αποκάλυψης…

Σε μια χώρα γεμάτη κόκκινη ομίχλη
Γνωριστήκαμε αδελφέ μου
Σε μια παραλία που την έπλενε το δάκρυ σου
Κράτησα το χέρι σου
Αλλά έχασα την ακριβή ψυχή σου

Ο Πλάτωνας μέμφεται τον Αριστοτέλη
Για τη νεανική έπαρσή του
Υπάρχει ο κόσμος των ιδεών Σταγειρίτη
Μη κάνεις την άρνηση ιδεασμό
Και άνοιξε τ’αυτιά σου…

Σε ένα σπίτι από αλάξευτη πέτρα
Σε φιλοξένησα αδελφέ μου
Σε μια φυλακή μου αποκάλυψες το όνομά σου
Και με κοιτούσες μ’ένα βλέμμα από αίμα…

Ο Γαλιλαίος δίπλα στον Ισκαριώτη
Τα μάτια Του πλημμυρισμένα από εγκατάλειψη
Τ’απαλά Του χέρια
Η ζεστή φωνή Του
Κάτω από τις ακίνητες ελιές
Η αιματίδρωση που τις ποτίζει με αθανασία
Κι αν ήρθα Εγώ να σε οδηγήσω
Τώρα λοιπόν ακολουθώ εσένα

Σ’ένα χωράφι σπαρμένο από φωτιά
Ένιωσα την ανάσα σου αδελφέ μου
Κάτω από ένα μαρμαρωμένο βασιλιά
Με ασπάστηκες για τελευταία φορά

Ο Ιουλιανός λογομαχεί με τον Βασίλειο
Είναι το κράτος του Θεού σου πιο σκληρό
Από τη διδασκαλία του Γιού Του
Θα στερεώσω πάλι τα αγάλματα
Τους ναούς θα γεμίσω από την αρχαία ενέργεια
Δε θα πεθάνω αγαπώντας το παράλογο

Σ’ ένα δάσος από σκοτωμένα πουλιά
Σε καλωσόρισα αδελφέ μου
Σε μια παγωμένη, αθέατη λίμνη
Μου έδειξες τη καρδιά σου
Και δεν σου’χε απομείνει στάλα συμπόνιας

Ο Μπόρχες συνομιλεί με τον εαυτό του
Μέσα σε ένα λαβύρινθο από λέξεις δύναμης
Όλα ξεκινούν από δω
Κι όλα εδώ θα καταλήξουν
Μονάχα που άρχισα νέος το ταξίδι
Κι όταν θα με συναντήσω πάλι
Θα είμαι ένας τυφλός γέροντας

Σ’ένα δωμάτιο νοσοκομείου
Ξεκούρασες τις φτερούγες σου αδελφέ μου
Πάλευα να σχηματίσω τις λέξεις
Απ’τ’άνυδρά σου χείλη
Πάλευα να στερεώσω τις ελπίδες μου
Στις σκιές απ’τ’ακροδάχτυλά σου
Έφυγες και η φωνή σου είναι μέσα μου
Χιλιετηρίδες την ακούω τώρα να με συντροφεύει
Και μόνος πια δε λέω ότι είμαι…

Μάιος 2009

Σάββατο 15 Ιανουαρίου 2011


Αμπράξας

ένα μικρό πλάσμα
παλλόμενο ήταν
δεν είχε προλάβει ακόμα να φυλλομετρήσει
τις εποχές στο κορμί του
άφυλο
έμοιαζε μ’έναν θνήσκοντα Ιανό
μπροστά του
ένα κράσπεδο κεντημένο με το αίμα του
πίσω του
εμείς
να το χρεώνουμε όλη την αλήθεια μας
να το πνίγουμε
με όσα μας κληροδότησε ο Αμπράξας

με κοίταξες με όλα σου τα μάτια
κι εγώ δεν τολμούσα ν’ανταποδώσω στο βλέμμα σου
ένα δικό μου
το φονικό σπαρταρούσε μπροστά μας
ζεστό ακόμα
όπως τα κοχλάζοντα οξέα του έρωτά μας
κι εμείς αδειάσαμε τα χέρια μας
απ’όλα τα υπεροπτικά μας χνώτα
και περπατήσαμε χώρια
στη σιωπηλή
άγρια θύελλα που ερχόταν…

είδαμε τον Αμπράξας
όταν το χαρακωμένο στόμα του πλάσματος
πρόφερε τα όνοματά μας
και οι αισθήσεις
ούρλιαξαν δίπλα στο κράσπεδο
το αύριο

το αύριο που χλιμίντριζε στις ανάσες μας…

ιαν2011

Πέμπτη 6 Ιανουαρίου 2011


         


Είμαστε μέσα
μέσα στον κορμό του δέντρου
μέσα στο αφιλόξενο πτώμα
του έφηβου θεού
μέσα στο χωματένιο κρεβάτι
του πόνου…

μέσα θα διαβάσουμε τυφλοί
το χθες
και το αύριο
μέσα θα αναλώσουμε γενναία
τους εαυτούς μας
μέσα θα λερώσουμε με περιττώματα αλήθειας
τα όνειρά μας
μέσα θα γεννήσουμε τα παιδιά μας
και πριν ακουστεί το αλύχτισμα
της πιο αθώας απελπισίας τους
θα τα σκοτώσουμε

Βρεθήκαμε εξόριστοι
έξω απ’τον ήλιο
έξω απ’τον χρόνο
ανεπιθύμητοι

εδώ
στο ασφυκτικό απέραντο
εδώ στο στενόχωρο ασύνορο
εδώ θ’ακρωτηριαστούμε
και δεν θα περιμένουμε την αναξιοπρέπεια
απ’τη πρόστυχη φθορά της σάρκας
και δεν θα εκλιπαρούμε έναν βιαστή
να σπλαχνιστεί τα δύσμορφα κορμιά μας
μόνοι θα το κάνουμε
στην ακραία απόλαυση της αποκοπής
εκείνων που περιττά πια
κρέμονται απ’τις ζωές
εκεί
ηδονικά θα αφεθούμε…

είμαστε μέσα
αγάπη μου
ο ένας
στο σώμα του άλλου
ο ένας
στο σήμα του άλλου
ο ένας
στο απεριχώρητο του άλλου

μακάβρια υπέροχοι
αισθαντικοί ακόμη
τα χέρια μας δεμένα απ’τους καρπούς
στα αιώνια δεσμά μας
χαμογελώντας
ανασαίνουμε
ένα προς ένα
τα πιο όμορφα
ζωντανά φιλιά μας…

Μάιος2010