Σάββατο 26 Αυγούστου 2023

 


Φυλάκιο

Στις υπώρειες του Απρόσιτου Όρους συνέβη

Εκεί όπου δεν αντέχονται όσα βλέπει κανείς
Εκεί όπου δεν αντέχονται όσα ακούει κανείς
Εκεί όπου δεν αντέχονται όσα βιώνει κανείς

Ήρθα επισκέπτης στο φυλάκιο αυτό…
Προνομιούχος να γευτώ όσο αντέξω
Εκείνο που δεν μπορεί να ειπωθεί από χείλη ανθρώπων…

Είχα στα χέρια μου ομίχλη
Και δάνειο αίμα της αυγής
Και τάισα το σκοτάδι που άπληστα ρουφούσε από το ιχώρ του Απείρου
Όσο άντεχε να καταναλώσει
Το σκοτάδι με οδήγησε πέρα από το Αρχαίο Δάσος
Στο αφιλόξενο μονοπάτι των εφτά αρτηριών
Που αιμοδοτούν εδώ και αιώνες τον Φύλακα…
Δεν μου επετράπη να τον κοιτάξω ολόισια στα μάτια
Μετά βίας μπορούσα να ανεχτώ τον ήχο της φωνής του…

Και ο Φύλακας του Ρόδου μονολογούσε… όπως πάντα…

Δεν αγαπήσατε ποτέ…
…υποφέρετε απλώς, κάποιες στιγμές υποφέρετε από επικοινωνιακή πείνα…
…τα επίπεδα διάδρασης πέφτουν τόσο πολύ στο αίμα σας που έχετε την άπληστη, άμεση ανάγκη για δημιουργία ‘σχέσης’…
…δεν έχετε πλαστεί για να σχετίζεστε…
… δειλά και ασήμαντα τα βήματα του είναι σας… έχουν την μελαγχολική πάχνη ενός φθινοπωρινού αιώνιου πρωινού…
…είστε ανίκανοι να μεταλλαχθείτε σε χειμωνιάτικη καταιγίδα…
…είστε αναιμικοί για να μεταστοιχειωθείτε σε ανοιξιάτικη γέννηση…
…είστε ποτισμένοι τόσο πολύ με θάνατο που τα καλοκαίρια δεν μπορούν να φωτοδοτήσουν το είναι σας…
…μόνοι σας επινοείτε την μοναξιά σας…
…μόνοι σας εμπειρώνεστε την νόθα συντροφικότητα…
…μόνοι σας κατασκευάζετε το θόρυβο στο μυαλό σας…
… δεν αγαπήσατε ποτέ…
… πεινάτε… διψάτε για Ύπαρξη…
… αλλά δεν είστε άξιοι να μεταλάβετε ούτε μια δροσοσταλίδα από την δεξαμενή που σας προσφέρεται…
…ακοινώνητοι…
…αποσυνάγωγοι…
…συμπαγείς και απρόσβλητοι από τα πάντα…
…τι μπορώ να προσφέρω στις ψυχές σας; Μονάχα το άρωμα του Ρόδου…
…δεν το θέλετε, δεν το έχετε ανάγκη…
…τις ανάγκες σας τις αγοράζετε…
…τις επιθυμίες σας τις εξαγοράζετε…
…τις ηδονές σας τις νοικιάζετε…
…και το χαμόγελό σας δεν αρκεί για να ζεστάνει κανένα από τα πρωινά σας…
…και τούτο το Ρόδο θα παραμένει πάντα ένα όνειρο για τους Μύστες που δαπάνησαν διακόσιες ζωές για να το αντικρίσουν…
…βδελυροί…
…το δέντρο της ζωής σας δεν έχει ρίζες…
…πεθαίνετε…
... μακριά από μένα το άγγιγμα της νόησης…
… μακριά από μένα ο ρυπαρός στοχασμός σας…
… μακριά από μένα η δαιδαλώδης φρίκη σας…
… μακριά από μένα η τέχνη σας, ο πολιτισμός σας, η πρόοδός σας…
… μακριά από μένα τα λιπαρά περιττώματα της σκέψης σας…
… μακριά!!!

Άλλο δεν έπρεπε να μείνω
Επισκέπτης ήρθα στο προκεχωρημένο αυτό φυλάκιο της Αιωνιότητας
Αλαφροπάτης πλησίασα το πανάρχαιο Ον
Και γρήγορα αποχώρησα να μην ενοχλώ την εύθραυστη μοναχικότητά του...


Κι ένα πέταλο από κάποιο σπάνιο Ρόδο είχα στην κλειστή μου παλάμη
Φτιαγμένο από δάκρυα και αίμα
Δεν ήξερα τότε που χαμογελούσα καθώς αντίκριζα το ακριβό μου δώρο
Πως αιμορραγούσα
Κι έκλαιγα…
 
 

Δευτέρα 14 Αυγούστου 2023

Μέθη

 

Αυτός ο κόσμος δεν είναι νέος. Ούτε γερνάει.
Γεννιέται και πεθαίνει την ίδια στιγμή.
Κανείς δεν ξέρει το πώς ή το γιατί.
Γιατί δεν υπάρχει κανείς για να το πει.

Ζούμε σε μια κατάσταση ονειρικής μέθης.
Ονειρικής γιατί τίποτε μέσα μας δεν μπορεί να οριστεί έξω από το ονείρεμα.
Μέθης γιατί όταν πιστεύουμε πως είμαστε αφυπνισμένοι, στην πραγματικότητα ονειρευόμαστε το ξύπνημά μας.
Και τις εποχές του ύπνου δεν τις θυμόμαστε ποτέ.
Βρισκόμαστε διαρκώς σε μια κατάσταση ένυπνης αφύπνισης και εν εγρηγόρσει ύπνωσης… σε μια μεταιχμιακή, μετουσιακή, ροϊκή, παρασυνείδητη κατάσταση.
Ρέουμε διαρκώς, μεταβαίνουμε, μεταβαλλόμαστε…
Διαρκώς αλλάζουμε, μετασχηματιζόμαστε, μεταμορφωνόμαστε.
Και παραμένουμε ίδιοι.
Και κανείς δεν ξέρει το πώς και το γιατί.
Γιατί κανείς δεν υπάρχει για να το μαρτυρήσει.

Είμαστε ταυτόχρονα παιδιά και γέροντες.
Είμαστε μαζί αρσενικοί και θηλυκοί.
Είμαστε δειλοί και γενναίοι.
Είμαστε παράφρονες και λογικοί.
Νομίζουμε πως έχουμε ορίσει τα πράγματα ενώ εκείνο που συμβαίνει
Είναι πως τα πράγματα ορίζουν εμάς.
Νομίζουμε πως έχουμε ιστορία, γεγονότα στο χθες, πως έχουμε καταγωγικές αρχές
Πως ερχόμαστε από κάπου και κάπου πηγαίνουμε.
Στην πραγματικότητα είμαστε καθηλωμένοι σε ένα αιώνιο τώρα.
Είμαστε αμετακίνητοι, στάσιμοι, σημειακοί.
Αδιάστατοι.
Και κανείς δεν ξέρει ούτε το πώς, ούτε το γιατί.
Γιατί δεν υπήρξε ούτε θα υπάρξει κανείς για να το εξηγήσει.

Γιατί κανείς δεν μπορεί να ορίσει τον εαυτό του έξω από τον εαυτό του.
Κανείς δεν μπορεί να δει μέσα του από μια θέση έξω από αυτόν.
Κανείς δεν μπορεί να τεκμηριώσει, να αληθεύσει τον εαυτό του.
Κανείς δεν μπορεί να επικαλεστεί κάτι άλλο για να ορίσει το είναι.
Και κανείς δεν μπορεί να μεταφράσει το είναι όταν αυτό του αφηγείται το άλλο…
 
Είμαστε δέσμιοι μιας παρανοϊκής θεώρησης για τον κόσμο και τον εαυτό, το θείο και το ιερό, το καλό και το κακό, το αρχέγονο και το αιώνιο, το ατελεύτητο και το καιρικό, το αΐδιο και το συνεχές, το αθάνατο και το θνησιγενές…

Είμαστε αιχμάλωτοι μιας παραφροσύνης που μας διδάσκει το χθες και το αύριο, το ποτέ και το τώρα, το νυν και το αεί, το ιλιγγιώδες και το πρανές, το απειράριθμο και το ευάριθμο, το πεπερασμένο και το αχανές…

Είμαστε εγκλωβισμένοι σε μια τρέλα που τραγωδεί τον άνθρωπο και κωμωδεί τον άνθρωπο…

Είμαστε κλόουν της ύπαρξης, σαλτιμπάγκοι του σύμπαντος…

Αν μπορούσε το Ον να σπλαχνιστεί μονάχα ένα πράγμα στην απεραντοσύνη των αναρίθμητων κόσμων και στερεωμάτων, αυτό θα ήταν ο άνθρωπος…

Και δεν θα μας προίκιζε ποτέ με την επίγνωση της θνητότητάς μας…

Όμως κανείς δεν ξέρει αν το Ον υπάρχει ή αν υπήρξε ποτέ.

Γιατί κανείς δεν έζησε για το δει.

Ούτε πέθανε για το γνωρίσει…



Edith Hoffman
dreams

Παρασκευή 11 Αυγούστου 2023

  


Ψαθυρή βοή

Μου είπες κάποτε
οι φίλοι σου όλοι
είναι νεκροί
αρχαίοι ποιητές
και τροβαδούροι
πολεμιστές που έσβησαν
σε απελπισίας ιαχές
και οράματα θεών
που έχει λησμονήσει πια
ως και ο νύχτιος βρόμος
γύρνα σε μένα!
γύρνα στο τώρα!
κοίταξέ με
είμαι για σένα ζωντανή!

δεν σου είπα τίποτα
δεν σε ντρεπόμουν
όμως δεν είχα λέξεις
για να σε ξεδιψάσουν
αναπαυόμουν πάντοτε
από παιδί σχεδόν
στο σπαραγμό των αδελφών μου
στο λύγμιο πόνο τους
στον μεθυσμένο θάνατό τους
πώς να προδώσω σου έλεγα
το αρχαίο ρίγος;
αφού απ’αυτό αρύομαι φως
αφού απ’αυτό ανασαίνω
αφού αυτό ενδύομαι κατασάρκιο
τη γύμνια μου να υποφέρω…

κι έγινες μικρή σιωπή
και κρύφτηκες
σε κείνη των ανθρώπων
την ψαθυρή βοή
που ξημερώνει το μάταιο

κι έστρεψες μακριά μου
πρώτα το σώμα
κι έπειτα το βλέμμα…



Her Guilty Pleasure Art Print by tomorca
 

Παρασκευή 4 Αυγούστου 2023

 


Καταφύγιο



Πως με βρήκες;

ανάμεσα σε τόσα χέρια
κάτω από τόσα σώματα
πίσω απ’όλες αυτές
τις ασπρόμαυρες ημέρες…

κι όμως
με βρήκες…

και χωρίς να’χεις συντροφιά
ούτε τη σιωπή μου…

κι όμως
με βρήκες…


Ιανουάριος παγωμένος, Φλεβάρης προδομένος, Μάρτης σιωπηλός…

Κατεβαίνω στο καταφύγιο των ψυχών… Ο Aγέννητος μετράει τους μήνες… τραγουδάει… δεν θυμάται πια τίποτε, τίποτε άλλο, όμως μετράει…

Μπήκα στο υπόγειο του Ανθρώπου… Ο πρώτος μου εαυτός στη γωνιά είναι και κλαίει, ο δεύτερος δίπλα στο μικρό ψυγείο και με κοιτάει, ο έσχατος κοντά στον πατέρα, αναρωτιέται πόσο ακόμη θα ψηλώσει…


…Απρίλης αστερέωτος, Μάιος γελαστός, Ιούνης καυτός…

Είμαι στο λαβύρινθο του κόσμου… ο Αχώρητος δάνεισε τα χέρια του στην Ειμαρμένη, η Ειμαρμένη έχει πια τα χέρια του… ο Αχώρητος δεν μπορεί να κρατήσει πια τα πρωινά του, δεν έχει δάχτυλα να αγγίξει τη Νύχτα, κανείς δεν είχε ένα δάκρυ για τα χαμένα χέρια του…

Είμαι στο κάτεργο του φόβου… ο πρώτος μου αριθμός είναι το μηδέν, ο δεύτερος το ένα, ο τρίτος μου αριθμός είναι το άθροισμα όλων των ηλικιών μου… και έχω όλη την υπόλοιπη στιγμή μου για να τις μετρήσω…


…Ιούλιος ερωτικός, Αύγουστος ολόφωτος, Σεπτέμβρης μαγικός…

Ο Αγέννητος μετράει… με έχει πιάσει από το χέρι και με καλεί κοντά του να μετρήσουμε μαζί… Η ανάγκη με έκανε να τον κοιτάξω ολόισια στα μάτια, η ανάγκη με έσπρωξε να διορθώσω το κόμπο στη ρυπαρή γραβάτα του… πνίγεται χωρίς φως ο Αγέννητος κι όμως, τραγουδάει πάντοτε, κι όμως μετράει…

Είμαι στο εργαστήρι του έφηβου θεού… Κίτρινες, άσπρες, μενεξεδιές κορδέλες παντού ολόγυρα, κανείς να τις κρεμάσει στα παράθυρα, παράθυρα δεν έχει αυτός ο κόσμος, έχει ανοίγματα όμως, κάτω από τα ανοίγματα υποδέχομαι έναν ρόγχο που μοιάζει με την ατμομηχανή που μου είχε δωρίσει κάποτε ο πατέρας, κάπου εδώ γύρω κι αυτή θα ανασαίνει το δικό της πένθος, κάπου εδώ γύρω…


…Οκτώβρης πρόστυχος, Νοέμβρης χολερικός, Δεκέμβρης νεκρός…

Η Εντροπία δεν μιλάει καλά τα ανθρώπινα. Έχει να πει πολλά και θέλει να μιλήσει. Αιώνες τώρα η ανάσα δεν βγαίνει από τα στήθια της και συλλαβίζει όμορφα αλλά δειλά. Το ξέρει πως θα μιλήσει όταν οι πόλεμοι τελειώσουν, όταν οι άνθρωποι φιλιώσουν, όταν γεννηθούν παιδιά χωρίς καρκίνους. Αλλά δεν ξέρει πώς να διεκδικήσει τούτη τη κληρονομιά. Η Εντροπία στέκει στον τοίχο, όρθια, ακάματη, προσεύχεται βουβά…

Είμαι στον αργαλειό του πόνου… Έχει η μητέρα ένα πρησμένο πόδι κι ένα χέρι γερασμένο αλλά χαμογελάει ακόμα. Ορφάνεψε πριν από μένα, θα πεθάνει ένα βράδυ του Οκτώβρη πιο μόνη από το βλέμμα, πιο σιωπηλή από το δάκρυ αλλά δεν θα φοβηθεί να περπατήσει ως εκεί. Εκεί είμαι, εκεί γεννήθηκα, εκεί την περιμένω… μητέρα θα έρθεις, θα σε στηρίξω, θα σου δώσω ένα μικρό μαντήλι, ένα φιλί στο κρύο σου μέτωπο, ένα μου ποίημα αλλά δεν θα σε συνοδεύσω παρακάτω… δεν είμαι άξιος να σε πέμψω εγώ… δεν έχω τα σπλάχνα της αποστολής αυτής, συγχώρεσέ με…

…Δευτέρα κόκκινη, Τρίτη χλωμή, Τετάρτη φαιά, Πέμπτη γαλάζια, Παρασκευή σταχτιά, Σάββατο μελανό, Κυριακή κατάλευκη…

Είμαι στο γνόφο του Άμορφου…
μετράω κι εγώ
μαζί με τον εαυτό μου
ανέχομαι τον οπλισμένο πόνο μου
και ψιθυρίζω ίσα να με ακούει ο χρόνος
δεν έχω άλλα μάτια
να με ξεγελάω περισσότερο
να με προσδοκώ
να με υπόσχομαι
αλλά θα είμαι γιορτινός στην έξοδό μου
ακέραιος
φωτεινός
και θα ζυγίζω το κάθε βήμα μου
μονάχα στη ζυγαριά
της βιωμένης Αλήθειας…

Κι έτσι
θα ε ί μ α ι …

…πως με βρήκες;

ανάμεσα σε τόσους εαυτούς
πίσω από όλους τους ανθρώπους
κάτω από τα σεντόνια του θανάτου…

κι όμως
με βρήκες…