Παρασκευή 28 Ιουλίου 2017


Το πατρώνυμο του Αυγούστου


Σε εποχές ήσυχες
εσύ ανήσυχος

ραντισμένος από έναν αλήτη ήλιο
αυγουστιάτικο
να υποδέχεσαι τις ώρες
με τη μεγαλοπρέπεια του θανάτου
και τις στιγμές
με την αγιοσύνη της ζωής

σε εποχές ύποπτες
εσύ ανύποπτος

φυλακισμένος στο σώμα
ονειρεύεσαι
τη χώρα εκείνη της άχρονης σιωπής
τη μέρα εκείνη της ραστώνης
στον καθημέριο Αρμαγεδδώνα

το πρώτο βλέμμα
το ύστατο χαμόγελο

σε εποχές φλύαρες
εσύ σιγηλός

φέρνεις στα χέρια φρούτα
και καλοκαίρια στα χείλη
και έχεις αθανατίσει τον αέρα που αναπνέεις
και δεν λυγίζεις
στη σκέψη της αιφνίδιας αρπαγής…

σε εποχές φόβου


άφοβος εσύ… 


August

Παρασκευή 21 Ιουλίου 2017






Στη λίμνη…



Έλα
να σε συνοδέψω ως τη λίμνη
εμείς οι δυο
μονάχα
όπως ήμασταν πάντα
φίλε μου
εμείς
μόνο οι δυο μας…


Το σπίτι ζούσε
τρώγοντας τους ανθρώπους
αφήνοντας στοργικά
τη σκόνη να παχαίνει
στους διαδρόμους
χαμογελώντας πατρικά
στις πένθιμες κουρτίνες
στο σαλόνι

και φονεύοντας τους απογόνους
όλων των μοιραίων πλασμάτων
που έκλαψαν
έστω και για ένα λεπτό
σ’αυτές τις άθλιες σκάλες

φονεύοντας…


Έλα
θέλω τούτο το πρωινό
να είμαστε μαζί
οι δυο μας
πάμε στη λίμνη
εκεί που πρωτοείδαμε το παράξενο φως
που χάνεται όταν γέρνεις το βλέμμα
που γεννιέται ξανά
όταν κλείνεις τα μάτια

εσύ μου το δίδαξες
κι αυτό
και τόσα άλλα

έλα φίλε μου
συνόδεψέ με
στην αρχαία λίμνη…


Το σπίτι ζούσε
μακελεύοντας όλα τα όνειρα
κι άφηνε ν’ανασαίνουν μόνο
οι μικρές ρωγμές
που γίνονταν μεγάλες
κι άφηνε να αργοσαλεύουν μόνο
οι αιώνιες σκιές
που έντυναν τους τοίχους
τους γυμνούς
τους πρόστυχους

τους πρόστυχους!

τους τρελούς τοίχους

μιας σιωπής
που δεν την νίκησε
ποτέ κανείς…


Λοιπόν σήμερα
σου λέω
αγαπημένε φίλε
θα σου μιλήσω για το όνειρο της λίμνης
καθώς θα μας δέχεται
στα θηλυκά νερά της
και θα μας ξελογιάζει
και θα μας λέει ψέματα
πως αθάνατοι είμαστε
εγώ
θα σου αποκαλύψω φίλε μου
όσα θα έπρεπε από χίλια χρόνια τώρα
να σου έχω πει

αλλά φοβόμουν
και είχα το πυρακτωμένο σίδερο
του χρόνου να με καίει

και ντρέπομαι
τώρα που θα ντυθούμε
με τον αρχαίο υδάτινο μανδύα
να σε κοιτάξω άλλο στα μάτια

χωρίς αυτό
το τελευταίο που πρέπει
να ειπωθεί
δεν ξέρω
αν τα χείλη ανοίξουν
για μια ανάσα οξυγόνου ακόμα
ή
θέλω να ουρλιάξω στο μεταίχμιο
της στιγμής
πως σε αγάπησα
με όση δύναμη άντεξε η ανώλεθρη ψυχή μου
με όση ψυχή χωρούσε
η θνητή δύναμή μου…

και έτσι ακροβατώ
στην επιφάνεια της λίμνης
και μαζί βυθίζομαι

όλος όνειρο
αγάπη όλος

δικός σου

κομματιασμένος
και ακέραιος
φωτεινός
και νύχτιος

όλος…



ιουλ 2014



 Drifting..

Παρασκευή 14 Ιουλίου 2017



υδράργυρη κοίτη

Μου είπε και η φωνή του έτρεμε:
Ο λόγος, να ξέρεις
που τόσοι άνθρωποι απέμειναν μόνοι
και μόνοι βιώνουν όλο αυτό που τους ζώνει
δεν είναι πως μίσησαν τον κόσμο
και τους ανθρώπους εχθρεύονται
υπάρχουν μέρες που λιμοκτονούν
απλά και μόνο για μια αγκαλιά
για ένα κράτημα στο χέρι
για ένα χαμόγελο
απροϋπόθετο
είναι γιατί όλος αυτός ο κόσμος
είναι πελώριος, ασύλληπτος
και δεν το αντέχουν
η αναμέτρηση είναι ασύμμετρη
η ήττα βέβαιη
η συντριβή αναπόδραστη
κι ο έξω κόσμος
κι ο μέσα τους το περισσότερο
αν τώρα αναρωτιέσαι…
γιατί όσο περνούν τα χρόνια
θα το δεις κι εσύ
το έξω ολοένα και μικραίνει
και το εντός σου
μεγαλώνει και το χειρότερο
αγριεύει
και σε απειλεί με αφανισμό
όχι ο ξένος
ο άγνωστος
μα ο ίδιος ο εαυτός σου
όσα που πρόδωσες
έρχονται σαν άρπυιες τις νύχτες στα όνειρά σου
όσα που εγκατέλειψες
γίνονται σκιές στο νου
όσα που λησμόνησες
τώρα θυμάσαι και τρέμεις…
Και η μάχη σιωπηλή
που κανένας δεν την άκουσε ή θα την ακούσει
που ποτέ κανείς δεν είδε
ή θα δει
βιώνεται ολόκληρη
άγρια και θυελλική
εντός σου…
Κι έτσι
μην τους κακιώνεις
και μην παρεξηγείς
τα χαμηλωμένα βλέμματα
το βλοσυρό το βλέμμα
τις μισές κουβέντες
δεν απευθύνονται σε σένα
σε κανένα
είναι που μέσα επιστρέφουν
κι έρχονται πάλι πίσω
σαν κραυγές
και γίνονται κάποτε οιμωγές
και λυγμοί και κόμποι
την ανάσα κόβουν
το χτύπο της καρδιάς
τη γλυκιά καλημέρα σκοτώνουν
τα βράδια οι αποχαιρετισμοί
ο ύπνος στο ιδρωμένο στρώμα
ο έρωτας
στο στεγνωμένο στόμα…
κι έτσι
μην τους παρεξηγείς
μην τους κακιώνεις
που σου αρνούνται κάποια επαφή
και κάποια σχέση
παλεύουν διαρκώς
μάχονται
δεν αναπαύονται στιγμή
και δεν στο λένε
από συμπόνια…
και δεν το μοιράζονται
από στοργή…
και δεν το μοιράζονται
μα το άχθος ολόκληρο βαστάνε
και περπατάνε ως της Αίτνας το στεφάνι
ως του Αχέροντα την υδράργυρη κοίτη
μοναχοί…


Ιουλ2017

Δευτέρα 3 Ιουλίου 2017


Αρπιστής


Κάτω από το σπίτι μου
οι στρατιές των προγόνων
δεν σταματούν
ατελείωτες

αναρίθμητα πόδια
ζευγάρια άψυχα μάτια
σάπια μέλη που σέρνονται
στο άνυσμα του ενός…

στην ταράτσα
γεφύρωσαν οι ακροβάτες
το πελεκημένο αυτόκρατο εγώ
με το πρανές του απείρου

απέναντι
είναι η δροσιά του τέλους
κι αυτοί οι τρελοί
θέλουν να ισορροπήσουν
πάνω απ’τα όνειρά μας…

έκλεισα τα σωθικά μου πια
στην επόμενη δράση του είναι
θα επικαλεστώ τις μέρες…

κάτω απ’το βλέμμα μου
80 γενιές
αμίλητοι έρχονται
αμίλητοι φεύγουν
δεν έχουν ήχο οι βηματισμοί τους
έχει κλειστεί κι αυτός στο ερμάρι του
και περιμένει
να ξυπνήσουν οι χορδές του Αρπιστή…

πάνω
κάποιος ξεκίνησε το τολμηρό του πέρασμα
σήμερα τον βλέπω ζωηρό
πάνω στο τεντωμένο έντερό του
αύριο
σε χίλια χρόνια
θ’αναπαύεται στην αγκαλιά Της…

κλείνω το παράθυρό μου
έχω ένα γράμμα πικρό να σου γράψω
αν αφεθώ στον έρωτα αυτό
του ιλίγγου
φοβάμαι
δεν θα υπακούσουν οι λέξεις
να μορφώσουν ό,τι μέσα μου ηχεί


τον κρημνισμό σου…