Δευτέρα 28 Μαρτίου 2016




Κορδέλες


Τα λουλούδια έβγαιναν απτις κόγχες
στους σπασμένους τοίχους
απτις ρωγμές των τσιμεντένιων δρόμων
στις άδειες αυλές
στα βρόμικα πεζοδρόμια

είδα τη σκιά σου
νωχελικά να σέρνει το βήμα της
στο ανήλικο φως του πρωινού
και ρίγησα
καθώς συμβαίνει με τους αδαείς
που σπάνια συναντιούνται με τέτοια καθαρότητα
με τόση πυκνότητα ύλης
με τους φύλακες της άλλης όχθης

και σάρωνες
σιγά σιγά
όλες τις επιφάνειες
τους όγκους των σπιτιών
τους ελεύθερους χώρους
τα γυμνά κατώφλια

βήμα με βήμα

ερχόσουν

Κάποιες κορδέλες ροζ και άσπρες
έπαιζαν ακόμη στη δροσιά της νέας μέρας
έτρεχανέφευγανχάνονταν
μικρά παιχνίδιαστιγματισμένα πια
απτο φορτίο της μνήμης
και τη λαχτάρα των παιδιών
και το βρυαρό τους γέλιο

άλλος κανείς
δεν σε υποδέχτηκε
άλλος
ψυχή
δεν βρέθηκε κοντά σου
και δεν υπήρχε

και η σκιά σου
αντάμωνε πια εκείνη του μεγάλου λόφου
στακροσύνορα της πόλης
τοχες πει
πως κάποια μέρα θα ενωθείς με τον αρχαίο βράχο
και όλα θαλλάξουν
κάτω απτην απέραντη αγκαλιά σου

κι όλα θανθίσουν πάλι

κι εγώ με όσες ανάσες πια
μου είχαν απομείνει
σεκλιπαρούσα
να βιαστείς
για να λυγίσει ο ήλιος
το αμείλικτο φως του
που έψηνε τις ενοχές
πάνω στο σώμα

και αφυδάτωνε από ομορφιά
και ποίηση
ό,τι είχε αφήσει ανέγγιχτο ακόμα
ο χρόνος

κάποιο όνειρο ίσως
σαν τις χρωματιστές κορδέλες

ρετάλι
να παίζει ελεύθερο
εδώ κι εκεί

ένιωσα να με αγγίζει
και χαμογέλασα


Ιουλ2014

Πέμπτη 24 Μαρτίου 2016



Γεδρωσία


Ένα μικρό σημείο ήσουν
που ύψωσε το ανάστημά του
και διέγραψε την περιφέρεια του κύκλου
γύρω απ’τον πυρήνα του Ανθρώπου

μεταιχμιακός θα πεις
Ιανός του χρόνου και του χώρου
όχι οι παράγοντες του γινομένου
μα το ίδιο το λεπτό ενδιάμεσο
στην μεταστοιχείωση του χτες
που ενοφθαλμίζει το αύριο
και τείνει στο ευρύστερνο τώρα

το αιώνιο τώρα

ούτε γη αλχημική
ούτε σταυρός διάπυρος
ένδον αρνείσαι το προσωπείο σου
κι όταν εκδιπλώνεσαι
ενδύεσαι το σαρκίο της θλίψης

όχι οι παράγοντες
μα η ερωτική τους σχέση
πριν το γινόμενο καεί στην Γεδρωσία
του ανθρώπινου κάματου

υπέροχος!
και ροϊκός!

ένα μικρό, φωτερό σημείο ήσουν
μοναχικός
περίμενες να οριστείς
από τον υπέρτατο διαβήτη
να περιγράψεις τα ασώματα πεπραγμένα
να δικαιώσεις ένα προορισμό
μια αποστολή
μια οδύσσεια φωτός

όχι ο Μαραθώνας
ο Γρανικός
τα λευκά ποδάρια του ναού της Παρθένου
μα το σημάδι του Κάιν
ο ασπασμός του Ισκαριώτη
του Εφιάλτη ο πυρετός…

εκεί ανασαίνεις διαρκώς
στο ενδεχομένως
όλων των περασμένων
που τέμνονται με τα επερχόμενα
και ζευγαρώνουν οι ψυχές
και γεννιέσαι ως θνητός
και όλβιος μαζί
μύστης και άμβροτος θεός…


Δεκ2012

Σάββατο 19 Μαρτίου 2016




πέθανα
γιατί’ χα σώμα
είδα το αίμα μου
πρώτη φορά
όταν κυλούσε ανασαίνοντας
ελεύθερο

έζησα
πρώτη φορά
στο μηρό της Κίρκης
μονάχα που ήμουν ξενιστής
της Πηνελόπης
κρυφά
και δεν το’ξερα

πέθανα
γιατί’ χα βλέμμα
είδα τον κόσμο
πρώτη μου φορά
όταν με σπλαχνίστηκες
σκοτώνοντάς με

έζησα ελεύθερος
στην αίγα που θυσίασα
στην είσοδο του Άδη
μοσχοβόλησα τα σκοτεινά παλάτια
και η μητέρα του Οδυσσέα
μου ψέλλισε την μόνη Αλήθεια

πέθανα
γιατί’ χα τόσους αιώνες
όλες τις πληγές μου ανοιχτές
και σε καμιά
εσένα

Ιούνιος 2009


Circe Invidiosa (1892), by John William Waterhouse.

Σάββατο 5 Μαρτίου 2016



στο πνεύμα εγγράφονται

οι μέρες της σιωπής

στο δέρμα απογράφονται

οι ιαχές της μοναξιάς

στη σάρκα αποτυπώνονται

όλες οι αιωνιότητες των στιγμών



και μένουν ανεξίτηλες…



στην καρδιά εν-τυπώνονται

οι δωρεές του Ανθρώπου

στην ψυχή εγγλύφονται

οι αναρίθμητες περπατησιές του Χρόνου

στο δέρμα μελανώνονται

οι βάναυσες αλλοιώσεις του στοχασμού

στη σάρκα απολιθώνονται

οι παράξενες ιδιοτροπίες του Αχανούς



και μένουν ανεξίτηλες…



στα δάχτυλα ανασαίνουν

οι κρυφές γεωμετρίες του πόνου

στα μάτια αναρριχώνται

οι φωτεινές νύχτες

και οι σκοτεινές ημέρες

της εγκατιαίας πείνας για κατάκτηση



στο δέρμα

εκδιπλώνεται

η αρχέγονη ανάγκη

να συνυπάρχεις



στη σάρκα

γεννιέται

και στους μυστικούς της δρόμους

σαν κυτταρικός ποταμός

διακλαδώνεται

η απόκρυφη

και μαγική

και ανεξήγητη εντελέχεια


να δι-υπάρχεις…



και μένει ανεξίτηλη



ιαν2013