Έλληνες θεοί και Έλληνες αθεόφοβοι…
Σκέψεις για την διαλεκτική ‘σχέση’ ελληνισμού - χριστιανισμού
Ζούμε σε μια ευλογημένη χώρα αλλά, μάλλον, σε μια καταραμένη εποχή. Γιατί ξεκινάω έτσι; Γιατί αισθάνομαι ότι για να μιλήσεις για την πατρώα θρησκεία, τη θρησκεία των Ελλήνων, χρειάζεται να αναγνωρίσεις, πρώτα απ’όλα, τις συντεταγμένες σου, τη θέση σου, την αφετηρία σου. Ποιος είσαι, τι ήσουν, που βρίσκεσαι τώρα, που ήσουν κάποτε, τι απέγινε αυτό που ήσουν, πως έγινε αυτό που ήταν…
Ο Δημήτρης Λιαντίνης, λέει κάπου:
«...η ελληνική θρησκεία είναι η ευλάβεια του φρόνιμου ανθρώπου στο ρυθμό και στο νόμο της φύσης. Και παράλληλα είναι η ευχαρίστησή του για τη χαρά που του δόθηκε να ζήσει και να ονομάσει αυτό το κόσμο...»
[ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΟ, ΣΤΟΑ ΚΑΙ ΡΩΜΗ]
Και δεν μπορείς να αγνοήσεις αυτές τις υπαρξιακές συντεταγμένες πριν προχωρήσεις στην κρίση σου και στην ανάλυσή σου. Γιατί αυτοί οι έλληνες, μάλλον δεν υπάρχουν πια, δεν γεννιούνται πια, δεν ανθίζουν πια. Αν εξαιρέσει κανείς μερικές χαρισματικές ψυχές, που μπόρεσαν να δουν την σύνολη εικόνα παρά να ξεμυτάνε δειλά από το πλήθος και να ρίχνουν μια φοβισμένη ματιά παρά πέρα, η μεγάλη πλειοψηφία έχει χάσει προ πολλού αυτή την ικανότητα, δεν ενδιαφέρεται, δεν ασχολείται, επικρίνει και απορρίπτει τον ‘αρχαίο κόσμο’ ως κάτι που έληξε, που πέρασε, που ανήκει οριστικά μαζί με τις κολώνες και τα μουσεία στο ένδοξο πλην τετελεσμένο γίγνεσθαι… στην κατάψυξη του χρόνου και στην παγωμένη ιστορία.
Με την ‘επιθεώρηση΄ της ελληνικής δράσης, επιχειρεί κανείς να ξαναμπεί στην ιστορία, να δει τη σχέση έλληνα και χριστιανού μέσα στο ζωντανό σήμερα γιατί αναγνωρίζει στον εαυτό του τόσο τον παγανιστή καρναβαλιστή όσο και τον ευσεβή προσκυνητή του επιταφίου. Αν δεν είναι δείγμα σχιζοειδούς προσωπικότητας είναι πάντως μια επικίνδυνη ταλάντευση του σχοινοβάτη πάνω στο τεντωμένο νήμα που συνδέει τον Παρθενώνα με την Αγία Σοφία, τον Μαραθώνα με τον Παλαιολόγο και τον Αλέξανδρο με τον Κοσμά τον Αιτωλό…
Θα ήθελα μέσα από αυτό το ταπεινό blog, να ανοίξουμε έναν όμορφο και ψύχραιμο –όχι ψυχρό πάντως- διάλογο για όλο τούτο που είμαστε, που ήμασταν, που γίναμε, που εμπνεόμαστε να γίνουμε…
Να κατατεθούν απόψεις, να διατυπώσουμε θέσεις, να δώσουμε την προσωπική μας θέση, το στίγμα μας, να ανιχνεύσουμε ορίζουσες και συνιστώσες όλων αυτών των ρευμάτων που μας καθόρισαν και μας καθορίζουν ως σήμερα.
Αν είμαστε Έλληνες γιατί σκεφτόμαστε μοιρολατρικά και πένθιμα σαν χριστιανοί;
Αν είμαστε χριστιανοί, γιατί αναζητούμε συνέχεια στο παρελθόν σταγόνες δόξας και έπαρσης για να διαφύγουμε από το άνυδρο σήμερα;
Αν είμαστε Έλληνες, γιατί ψάχνουμε στα λείψανα και στα θαύματα την υπέρβαση από την πνιγηρή πραγματικότητα που μας αφανίζει;
Αν είμαστε χριστιανοί, γιατί το πνεύμα μας ξεκουράζεται στη Σαλαμίνα, στον Μαραθώνα, στις Πλαταιές, τις Θερμοπύλες
Αν είμαστε χριστιανοί γιατί φοβόμαστε να αποδεχθούμε την άρνηση του χθες των ‘ειδώλων’ και της ‘αμαρτίας’ και αισθανόμαστε το ιερό ρίγος όταν περνούμε δίπλα από τα αρχαία μάρμαρα;
Αν είμαστε χριστιανοί, γιατί κάθε φορά που μας ‘στριμώχνουν’ οι ανιστόρητοι ξεθάβουμε από το σεντούκι μας ένα κλάδο ελιάς και τον επιδεικνύουμε με περηφάνια νιώθοντας πως είμαστε κι εμείς Ολυμπιονίκες και δικαιωματικά, έστω και σε ποσοστό, έστω και σε ‘ιδανικό μερίδιο’ συνδικαιούχοι και συγκληρονόμοι της Αθανασίας, του Κλέους, του Ωραίου;
Ο διδάσκαλος κάπου αλλού επισημαίνει:
«...Τι ορίζει τη διαφορά ανάμεσα στους έλληνες και στους χριστιανούς; Μια διαφορά, που από ένα σημείο και πέρα γίνεται αντίθεση, εναντίωση, ρήξη, πάλη της φωτιάς με το νερό.
Εκείνο που ορίζει τη διαφορά είναι κάτι απλό και σαφές, όσο και το φύλλο της ελιάς. Αλλά γι'αυτό ακριβώς είναι απόλυτο και ακραίο σαν ένα κόσμο που στηρίζεται στην παρατήρηση και στη νόηση, ενώ οι χριστιανοί οικοδόμησαν ένα κόσμο που στηρίζεται στην υπόθεση και στη φαντασία...
...Οι έλληνες ξεκινούν από τη φύση και το ορατό. Το όργανο της μελέτης τους είναι η λογική. Η πρόθεσή τους είναι άσκοπη και εντελώς αντικειμενική. Εμάθαιναν με οδηγό εκείνο το περίφημο "θεωρίης είνεκεν" του Ηροδότου.
Οι έλληνες μελετούσαν σπρωγμένοι από το φυσικό τους, και για να ικανοποιήσουν την έμφυτη ανάγκη του νου. Όπως ακριβώς έτρωγαν σπρωγμένοι από το φυσικό τους, και για να ικανοποιήσουν την έμφυτη ανάγκη του σώματος...
...Αντίθετα οι χριστιανοί ξεκινούν από την ψυχή και το αόρατο. Το όργανο της μελέτης τους είναι η φαντασία και το συναίσθημα. Η πίστη σαν όργανο έρευνας είναι μετεξελιγμένη μορφή του συναισθήματος. Και η πρόθεσή τους είναι σκόπιμη και υποκειμενική...»
[ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ, Η ΓΛΩΣΣΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ]
Θέλουμε δε θέλουμε όμως, είμαστε χριστιανοί. Τα τελευταία 2000 χρόνια πάτησαν πάνω στα προηγούμενα άλλα τόσα και περισσότερα και το αποτέλεσμα είναι ορατό και ψηλαφητό.
Και πάνω σ’αυτή τη βάση θα ήθελα να ξεκινήσουμε να συζητάμε.
Οφείλουμε κάτι περισσότερο στον Έλληνα εαυτό μας ή τον έχουμε χάσει για πάντα;
Μήπως ο δρόμος του Ναζωραίου είναι ακέραιος, υπερτελής και απόλυτος ώστε κάθε συζήτηση είναι απλά μάταιη και άνευ ουσίας;
Ή μήπως μέσα μας η ελληνική ψυχή διψά να επιστρέψει στην μυστηριακή της μήτρα;
Θα επανέλθω αλλά περιμένω με χαρά όλες τις θέσεις…
2 σχόλια:
Θαρρώ πως θα ήταν χρήσιμη κι ενδιαφέρουσα μια επαναδημοσίευση αγαπητέ Νημερτή...
Φίλε μου Καπετάνιε με εξέπληξες! σ'ευχαριστώ που... θύμισες και σε μένα αυτή την παλιά ανάρτηση... όπως διεπίστωσες, δεν είχε τύχει τότε ανταπόκρισης... ομολογώ πως με έβαλε σε πολλές σκέψεις η παρότρυνσή σου... θα μελετήσω λοιπόν ξανά αυτές μου τις θέσεις και μάλλον θα προβώ σε μια αναδημοσίευση... σ'ευχαριστώ από καρδιάς!! να'σαι καλά φίλε μου. φιλιά στην Καπετάνισσα!!
Δημοσίευση σχολίου