…Ποιος είπε ότι δεν έχω σύμμαχο τα άψυχα;
Εκεί είμαι, κάθε μέρα, στο μικρό βραχάκι που σε πρωτογνώρισα, εκεί είναι όλα, η θάλασσα, ο ίδιος χρόνος, ο ίδιος πυρετός, ο ίδιος πόνος, εκεί είναι τα άγια σου χέρια που με άγγιξαν για πρώτη φορά, εκεί είναι τα ακροδάχτυλα του θανάτου που παγώνει τις αστρικές εκρήξεις και τις κάνει παραγράφους σε βαρετά βιβλία σχολικά, εκεί είναι η μυρωδιά της άμμου, εκεί είναι τα σώματα ξαπλωμένα, ο άνθρωπος που είναι όλοι οι άνθρωποι, οι ανάσες που δεν λυπήθηκαν τη φθορά και την προσκάλεσαν στο βραδινό μας τραπέζι…
…μην πλησιάζεις το κύμα, σε παρακαλώ, αισθάνομαι ανήσυχος να σε συγκρίνω με τη θάλασσα, δεν θέλω την αιωνιότητα της Μητέρας να σε σκεπάζει, έλα, έλα κοντά μου, πες μου για τα καθημερινά σου, πες μου για τη ληστεία στη τράπεζα, τον αγενή πελάτη το πρωί, πες μου πράγματα μικρά, δεν αντέχω άλλο τα μεγάλα, πες μου για τα γενέθλια της αδερφής σου, τι φαγητό σου αρέσει, πες μου για κείνα που αύριο χάνονται, πες μου για κείνα που χτες δεν υπήρχαν, πες μου, μίλησέ μου…
…η μέγγενη του ποτέ μας σφίγγει, η μάστιγα του χρόνου τσακίζει τις σάρκινές μας πλάτες, δώσε μου το χαμόγελό σου, δώσε μου το βλέμμα σου, δώσε μου κάτι να πιαστώ, γίνε εσύ εγώ, πιάσε με κι εσύ, γίνομαι εγώ εσύ να μην φοβάσαι τον νυχτερινό αφανισμό του ήλιου…
ποιος είπε ότι απαρνήθηκα το αιώνιο της σάρκας για μια λίβρα πνεύματος;
… ήξερες είπες; ήξερες πως είμαστε θνητοί;
σ’ευχαριστώ που ποτέ δεν μου το είπες…
Ιαν 2010