Όταν έχεις φτάσει
σε κείνη την μυστική
κι απρόσιτη
κορυφή
του εαυτού σου
που μόνο εσύ
γνωρίζεις
ο ήχος της φωνής
σου
δεν σε νοιάζει
πια
οι αρχαίες λέξεις
δραπετεύουν
μαζί με το θόρυβο
των συλλαβών
και σ’
εγκαταλείπουν
ό,τι κι αν
πασχίζεις να κρατήσεις
δεν μένει στα
χέρια σου
ό,τι φιλοξενούσες
περιττό
το αρνείσαι πια
κι αν ήθελες να
το φυλάξεις
δεν θα μπορούσες
έγινε κόκκος
σκόνης
και διαλύθηκε στο
άπειρο
κι αυτό που
συγκρατούσε το βλέμμα σου
δεν σε κουράζει άλλο
σημασία δεν έχει
όσα είδες πριν
όσα θησαύρισες
άσχημα ή όμορφα
γιατί έχεις τώρα
ένα άλλο βλέμμα
και τα φθαρτά σου
μάτια
παλεύουν να
στερεώσουν
τούτο το
νιογέννητο σύμπαν
και να το
ψηλαφήσουν
ως και η μνήμη
σ’έχει απαλλάξει
απ’το φορτίο της
όσα σε κρατούσαν
δέσμιο
σε μια ειρκτή κι
ένα κελί μοναχικό
μοιάζουν γελοία πλέον
και ανόητα
και ξεφλουδίζουν
από τη ψυχή σου
όπως το σάπιο
δέρμα
απ’το σώμα σου
και αν ακόμα
η αναρρίχηση ήταν
σκληρή
και μάτωσες
σε κάθε βήμα
τώρα δεν έχεις χρόνο
ούτε για ψέματα
ούτε γι’αλήθειες
ούτε για φόβους
ούτε για ματαιώσεις
τόπος για όλα
τούτα
δεν υπάρχει πια
γιατί ανοίγεις τα
χέρια σου
και υποδέχεσαι
έναν καινούργιο κόσμο
και τον ακούς να
σε καλεί
σε μια άλλη
γλώσσα
και αν είσαι
τυχερός
μονάχα μια στιγμή
πριν καταρρεύσεις
όλους τους πόρους
σου θ’ανοίξεις
κι ένα μαζί σου
θα γίνει…
Σεπ2014
Selfportrait 04