Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2022

Falling-Spirit-1

 

Ο δολιοφθορέας

 

Ο δολιοφθορέας

ήξερε το δρόμο

φοβόταν τις σκιές

την αίσθηση κέρδιζε

βήμα το βήμα

καθώς κρατούσε το χθες

στ’ απλωμένα του χέρια

[ανασαίνει βαριά

λαβωμένος

από ματωμένα σ’ αγαπώ]

 

Ο δολιοφθορέας

έκαψε τις απαιτήσεις του

ζωντάνεψε ένα μύθο ξεχασμένο

ζητιάνος έγινε

στο κόσμο των λεπρών

και αγνόησε από τα περιττά

ως και τη δύναμή του

[στην αλλαγή

θα υπάρχει ακεραιότητα

σαν κρύσταλλος αρχαίος καθαρή

σαν ελιξίριο δαιμόνων ισχυρή

αλλά καταραμένη]

 

Ο δολιοφθορέας

περπάτησε στο μνήμα του πατέρα του

χωρίς αιδώ

ζωγράφισε στο μάρμαρο

έναν γύπα που αιμορραγεί

από το βέλος ενός πολεμιστή φωτός

και οσμές θανάτου γεύτηκε

σαν μυρωδιά ζωής

[πεσμένος καταγής θρηνεί

ένα είδωλο που έγινε θεός θυσιασμένος]

 

Ο δολιοφθορέας

αρνήθηκε την ύπαρξή του

αναζητούσε τον εαυτό του

στις αναμνήσεις

στα όνειρα

στη θάλασσα των προσευχών του

σε όσα ματαιώθηκαν

και όσα ματαίωσε

[στέκεται μπρος στον εαυτό του

δεν του είναι γνωστό το είδωλό του

στο πρόσωπο που βλέπει

αναγνωρίζει

ένα φοβισμένο θάνατο

του απλώνει το χέρι στοργικά

και στου καθρέφτη το χαμόγελο

ευτυχισμένος εγκαταλείπεται]

 

Ο δολιοφθορέας

ένα μικρό παιδί

αγαπημένο

όμορφο

στεφανωμένο

από ήλιους άλικους

γυρνά αέναα

στον ίδιο πάντα κύκλο

είναι ο χρόνος που εκπυρώθηκε

κι έγινε περιδέραιο της Νύχτας

[ένας Ορφέας θλιμμένος

μια Ευρυδίκη αστόλιστη

ένας Χριστός ορφανεμένος

κι ένδοξος

και μια μοναξιά

σαν αιώνας

και σαν δάκρυ

στο πρόσωπο του κόσμου…]

Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2022

 



κόκκινα πρωινά στον Άδη


φριχτά όνειρα
έκαναν τους ανθρώπους 
να μοιάζουν με ασήμαντες στιγμές
κοιλότητες στο ματωμένο χρόνο
αυτό έγιναν
και άδεια λόγια

και ποιος αξίζει το βλέμμα του;
ποιος αξίζει τα όνειρά του;
ποιος αξίζει να φλέγεται
στο διηνεκές 
χωρίς να καίγεται;

τα χέρια σήκωναν ψηλά
οι προπάτορες
είχαν ακόμη χέρια
να συνομιλούν με τους θεούς
έσφαξαν τον γιο του Πρώτου
βίασαν ξανά και ξανά
την θυγατέρα του Έσχατου
διαμέλισαν τον αποφλοιωμένο Προμηθέα
και τον δειπνούσαν κάθε εποχή φωτός
για να μην τους μισήσει το σκότος...

και ποιος αξίζει τη φωνή του;
ποιος αξίζει το σπέρμα του;
ποιος λέγεται ακόμη θεός θνητός
και ποιος ορέγεται το ήμαρ της Πενθεσίλειας;

βλάσφημοι εφιάλτες
έκαναν τους ανθρώπους άπληστους
έκαναν τους γόνους τους
ουτιδανούς και αχρείους
έκαναν τα δειλινά τους
να μοιάζουν με κόκκινα πρωινά στον Άδη 

έλα
μου έγνεψε ο Έλληνας
εκείνο το απόγευμα
που έλιωνε ο κόσμος ολόγυρα
και περπατούσαμε ανέμελοι
πάνω στα λευκά κρανία
των συντρόφων...





Dot at the end of day