Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2024



Οικέτης


Στο σπίτι αυτό που μεγάλωσα
που μεγάλωσε μαζί μου και ο χρόνος
στερεώνω τα μάτια μου
σε τοίχους σάρκινους
φθαρτούς
κι εκείνα αρνούνται τη ψεύτικη ανάπαυση
και πέφτουν

Κόλακας έγινα
του χειμέριου εγώ μου
έτσι ώστε ασφαλής
στις θερινές μου αποδράσεις
να θωπεύω όση έπαρση αποθησαύρισα
στους σκοτεινούς
εαυτικούς μου αιώνες
αλλά απ’την άλλη
ακόμα κι αν έχω τις πρώτες μου συντεταγμένες
κρυμμένες κάπου
κάπου κρυφές
για να εκκαλώ την ήττα μου
δεν επέστρεψε κανείς
από την προκεχωρημένη γραμμή του πυρός
για να μ’εδοφιάσει με ζωτικές
και σφριγηλές
ελπίδες νίκης

κι έτσι

στο σπίτι αυτό
που μεγάλωσα οικέτης
και τόσο καλά γνώρισα
ως και τις υγρές ανάσες στις κόχες
δεν απαντά κανείς
στις ιαχές μου
ούτε κι εγώ πια
απαντώ
στην ηχώ του μυαλού μου

έγινα
ίσως πει κανείς
τόσο πιστό
και θαυμαστό
αντίγραφό μου



Ashes to Dust!

Olivier Valsecchi

Τετάρτη 25 Δεκεμβρίου 2024



Λευκή Ελπίδα

Τον βάφτισαν
‘Ο άνθρωπος – ψάρι’
Πριν γεννηθεί
τον μαχαίρωσαν
στο υπογάστριο
Το ένα του μάτι
διογκωμένο
έβλεπε την μειλίχια προστυχιά της μέρας
το άλλο
σφαλισμένο επιδέξια
ζωντάνευε τη νύχτα
όνειρα πυρός

Ο δόκτωρ Μέγκελε
εκείνης της μαύρης πτέρυγας
που ακόμα βρωμάει και ζέχνει
φύτεψε τον πυρετό στη μια αδελφή
και την άφησε να πεθαίνει
και η δίδυμη κλαίγοντας
της έφερνε βροχής νερό
μέσα στο στόμα
γιατί αν πέθαινε η μια
χανόταν και η άλλη

οι δεσμοφύλακες διασκέδαζαν
έβαζαν στοιχήματα
αν θα τα καταφέρει…

Λευκή ελπίδα

Ο άνθρωπος – ψάρι
κουρνιαξε στο ουρλιαχτό του
και περίμενε
σαν ήρθε ο νοσοκόμος της αυγής
του έμπηξε το καρφί στο μάτι
άνοιξε την πόρτα της παράγκας
κι έτρεξε στο αιώνιο
να βρει κείνο τον ήλιο
που του υποσχέθηκαν

κι όταν άκουσε
τις πρώτες ριπές να μπολιάζουν την αυγή
με το αίμα του
γύρισε κι είδε τις δυο αδελφές
πιασμένες απ’το χέρι
να χαμογελούν

στην απέναντι πτέρυγα
ο ήλιος είχε ανατείλει…

Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2024

 

walking to the light... Nic Keller

 

 

Νήδυμος ύπνος


Νεκρική φρουρά

ολόγυρα

το μικρό σεντόνι

αποσιώπησε τον ερχομό σου

άλλη μια νύχτα 

 

με κρύβουν από σένα

μεξαπατούν

με μια ιέρεια Κυριακή

που ξέρω καλά

πως δεν υπάρχει

και θέλουν να καρφώσουν

το φωτεινό σου βλέμμα

πάνω στο σταυρό

της μοναξιάς μου

 

όλα εργάζονται 

τη σωτηρία μου

ως κι ο αιχμάλωτος

πορτοκαλί ουρανός

που στάζει τον φυγεύθυνο εαυτό μου

σε μικρές σταγόνες αλητείας

για να μπορώ να λιποτακτώ

ελεύθερα

και αναίμακτα

 

όλα εργάζονται

αυτό το νήδυμο ύπνο

που μαυλίζει

που ναρκώνει 

που σκοτώνει

αργά και σταθερά

σίγουρα πράγματα

εξακριβωμένα

 

αλλά κανείς δεν ξέρει

το αντάρτικο που έχουν στήσει

όλες μου οι αισθήσεις

και τη γιορτή που ξεκινά

στο μυαλό, στην καρδιά

και στην ψυχή

κάθε που νυχτώνει

και μέσα στο βασίλειο 

των σκιών εγώ ολόφωτος

στήνω χορό

και σε περιμένω…

 

Δεκ 2024

Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2024


Το Άδειο


Θυμάμαι λοιπόν εκείνη τη μέρα
που έφυγες

δεν θα υποκύψω στον ελεεινό πειρασμό
να την αποκαλέσω αποφράδα
όπως βραβεύει κάποιος μεγαλαυχώντας
σαν επηρμένος αθλοθέτης
τον έσχατο με το αριστείο του πρώτου

το βήμα σου που άνοιξες
για να μπεις στο τελευταίο λεωφορείο
κάπως βιαστική
κι όχι ακριβώς
λυπημένη
περισσότερο αμήχανη

‘θα τα πούμε’
μα ποτέ δεν τα’παμε ξανά
το ξέραμε

από τον ήχο των ανθρώπων
ολόγυρα
από το βάρος του ουρανού
πόσο παράξενο!
από την έλλειψη οξυγόνου

το νιώθαμε

‘να τα λέμε’
και ποτέ δεν τα’παμε ξανά

βλέπεις η σιωπή
είχε ένα κύρος και μια ιερότητα
σαν στοργική τροφός
που τρυφερά το σκέπασε
αυτό το ιλιγγιώδες χάσμα που ανοιγόταν

και δεν τολμήσαμε ποτέ
να την ταράξουμε

‘τα λέμε λοιπόν’
και κρεμόταν απ’τα χείλη μας
το Άδειο