Τετάρτη 27 Νοεμβρίου 2019

Φυλακές




Αν είχες διώξει όλες τις φυλακές
κι όλα τα δεσμά είχες σπάσει
κι έμενες μονάχα με όσα ζεσταίνει ο ήλιος
στο βλέμμα σου
πάλι θ’αρνιόσουν αυτόν τον κόσμο
έτσι σ’ακούω να μου λες καμιά φορά
και δεν θυμάμαι τι σου είχα απαντήσει

Κι αν είχες απ’τον έναν άνθρωπο
αγαπήσει όλους τους ανθρώπους
πάλι φοβάμαι θα σπλαχνιζόσουν τη σκιά σου
και δεν θα περπατούσες πια
στην άνυδρη γη

Κι αν είχες λιποτακτήσει
από τον πόλεμο αυτό
που σκίζει το είναι σου στα δυο
πάλι θα ορκιζόσουν
πως ο εαυτός είναι το άθροισμα του ενός
με το μηδέν
και δεν θα έβρισκες ανάπαυση
ούτε στη νύχτα
ούτε στο φόβο…

έστω αν με ήσυχο το πνεύμα
σάρωνες τους ορίζοντες που απέμειναν
θα γλύκαινε η στιγμή και στο παρόν
θα’θελε να κουρνιάσει όλο το μέλλον
κι αύριο τίποτα…

ποιος δίνει περίσσεια σάρκας για ν’αγοράσει
έστω ένα γραμμάριο ψυχής;

…γιατί απ’τους κόλπους του Κόσμου
έρχεται η φωνή σου
και με ανταμώνει
πάνω στο σταυρό
και με δροσίζει…

νομίζω σου απάντησα
και την ερώτησή σου
δεν θυμάμαι πια …

Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2019


Γιορτινές λιακάδες…

Ο ήλιος
μάς ξεγέλασε πάλι

Ν’αναρωτιόμαστε
και να ζεσταίνουμε στις χούφτες μας
το χτες
δεν αρμόζει
όταν σηκώνεται το αύριο και γυμνώνεται
πίσω απ’τα δειλά χαμόγελα…

κόκκινες λιακάδες
όλο μυρωδιές…

Ο ήλιος

μάς αφόπλισε …

Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2019


εκείνη την ημέρα πονούσα πολύ
είπε χαμογελώντας πικρά, μορφάζοντας
στο δήμιό της
ας πούμε
ότι το σώμα πονούσε κάπως διαφορετικά απ’το μυαλό
ναι
και το μυαλό δεν επικοινωνούσε με κανέναν…
με κανέναν λεπτοφυέστερο φορέα
αν αυτό λέγεται ψυχή
ή νους
ή πνεύμα
ή ό,τι διάολο λέγεται…

ένα αυτιστικό μυαλό
είπε ξανά και ο σκοτεινός άνθρωπος δίπλα της
έμενε ανέκφραστος
δεν συγχωρεί τον πόνο κι έτσι…
το σώμα δεν μπορούσε να ηρεμήσει
το σώμα δεν μπορούσε να αδρανήσει

όχι, δεν μπορούσε…

δεν κατάλαβα πώς…
πώς κατέβασα το μαχαίρι στο σώμα
πώς κατηύθυνα το ακονισμένο λεπίδι
στο γυμνό, ανυποψίαστο δέρμα
πώς
πώς είδα την κίνηση αυτή
και δεν τρελάθηκα
είπε
κι αναλύθηκε σε λυγμούς

ο άνθρωπος δίπλα
σιωπηλός
της σκέπασε το κορμί με το σεντόνι
της έκλεισε τα μάτια
της σφάλισε το στόμα
τόσο
ώστε να μην σπαρταράει άλλο
η Νύχτα
στα όνειρά της… 




Genesis
Victor Zamanski 

Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2019


[Όροι των βρόμων…]

Τι ισορροπεί εδώ μέσα…
Ήχοι… σκοτεινές δονήσεις… αυτό που έρπει μέσα στις σκιές
Αυτό που κρύβεται
Αυτό που αλλάζει πρόσωπα
Αυτό που καραδοκεί…
Τι ηχεί εδώ μέσα;
Ποια η ταραχή, ο πάταγος, η ιαχή;
Ποια ημέρα πέρασε σιωπηλή, αθέατη, μόνη;
Ποια ώρα πέρασε χωρίς να ληστέψει, να δηώσει, να σκοτώσει;

Ποιος ήσουν εσύ που αλυχτούσες κάτω απ’τα σκεπάσματα;
Ποιος σε άκουγε;
Ποιος σε θυμόταν;

Νομίζω χθες σήκωσα τον ουρανό απ’το κεφάλι μου
Νομίζω χθες έγδαρα τη νύχτα απ’τα μπράτσα μου
Και δεν απλώθηκε ούτε υποψία σκόνης στον μολυσμένο αέρα…

Τίποτε δεν βροντάει εδώ…
Οι αρτηρίες σιώπησαν
Τα χαλιά μαζεύουν υγρασία
Οι τοίχοι δεν είναι πια κάθετοι
Οι λεπτοδείχτες δεν γυρνάνε δεξιόστροφα
Το σώμα μου δεν υπακούει στη βαρύτητα…

Τίποτε δεν ανασαίνει πια εδώ μέσα…
Έχω ένα κερί που έλεγα ν’ανάψω
Να το φυτέψω στο χώμα
Να σβήσει απ’τον αγέρα του δειλινού
Ν’απομείνει μια υποψία φλογός…
Και δεν το έκανα ποτέ…

Έλεγα να μαζέψω τις κουβέρτες, τα βιβλία, τα σεντόνια
Να τα κάψω
Να πυρπολήσω όλο το σάπιο αόρατο που ενσαρκώνεται
Προτού ξημερώσει εκείνη η λιπαρή αυγή
Και με σταυρώσει ο λυγμός μου στο πάτωμα
Και τίποτε δεν έκανα…

Ποιος ήχος…
Ποιος τριγμός…
Ποιος βρόμος…


Ποιος τολμά να σηκώσει πια το ανάστημά του;



The Labyrinth

Art Print by Gilbert Claes