Τετάρτη 27 Μαΐου 2015





Ο ουρανός
είχε σπάσει
σε χιλιάδες μικροσκοπικά κομμάτια

έβρεχε τον εαυτό του

αδιάκοπα
μέρες τώρα
μήνες τώρα
στον καινούργιο κόσμο
των ανθρώπων

σε βρήκα

κρυμμένη κάτω απ'τα χαλάσματα
της παγωμένης καρδιάς σου
το κορμί σου χαραγμένο
από γραμμές εκδίκησης
τα μαλλιά σου
κρατούσαν τη σκόνη του χτες
όμως στα μάτια σου
ανάσαινε ένας λυγμός αθανασίας

με υποδέχτηκαν

με την λαμπρότητα του αιώνιου...

ο ήλιος

κατανάλωνε αργά
το φως του
και πέθαινε

όποια ζωή

πάσχιζε να υπάρξει
στο ημίφως του θνήσκοντος άστρου
αγωνιζόταν
σε μια ύστατη διαπνοή 
να μεταβολίσει
την ήττα
σε χρόνο

με βρήκες

να ρουφάω μορφάζοντας
λίγες σταγόνες πόνου

με κοίταξες ολόισια στα μάτια


είπες

δεν έχω πια την πολυτέλεια
του άλλου βλέμματος
ένα απόλυτο δώρο
μου δίνεις
το χέρι μου κρατώντας...

αγκαλιαστήκαμε

σα να μην είχε σημασία πια
ούτε η Ειμαρμένη
ούτε το μολυσμένο πύο
της ανάγκης

χαμογελάσαμε


και περπατούμε μαζί

από τότε
κάτω απ'τον μοναχικά δικό μας

αφιλόξενο ουρανό...




ιαν2012


The flood

Παρασκευή 22 Μαΐου 2015


Σκορπιός
[γραφή πρώτης ανάσας]

Είσαι σαν ένας μικρός σκορπιός
Μέσα σ’ένα ποτήρι
Σε βλέπω απ’τα τοιχώματα
Εγκλωβισμένο
Αλλά ξέρω πως είσαι δυνατός
Θα επιβιώσεις
Κι άλλωστε
Όποτε θέλω
Σε γυρίζω ανάποδα
Κι ελευθερώνεσαι

είσαι χλομός λιγάκι
αδελφέ μου
να τρως καλά
να
λίγα ακόμη χρήματα
όχι μονάχα για τσιγάρα
μα για να τρως καλύτερα

λόγια μέσα απ’τα δάκρυα
λόγια μέσα απ’το θολό του χρόνου
δεν ξέρω πως το άντεξα
να σε βλέπω εδώ μέσα
αλλά έπρεπε…

Είσαι σαν ένας τόσο δα σκορπιός
Μέσα στο ποτήρι…

και κάτι ακόμα
όλες τις λέξεις που δικαιούσαι
δεν στις είπα αδελφέ μου
γιατί δεν το αντέχω
όταν γράφω
να με σκίζουν οι αναμνήσεις
πίστεψέ με
αν είχα κι άλλο στήθος
σε σένα θα το έδινα

λόγια του απείρου
να με τεντώσεις άλλο;
δεν γίνεται
αν σωριαστώ μια μέρα
στο ξέφωτο του παρελθόντος
σαν το σκορπιό
να ξέρεις
δε θα τρέξω πέρα
ελεύθερος
γιατί σε περιμένω
ακόμα…

vii 09

Πέμπτη 14 Μαΐου 2015



…Ποιος είπε ότι δεν έχω σύμμαχο τα άψυχα;

Εκεί είμαι, κάθε μέρα, στο μικρό βραχάκι που σε πρωτογνώρισα, εκεί είναι όλα, η θάλασσα, ο ίδιος χρόνος, ο ίδιος πυρετός, ο ίδιος πόνος, εκεί είναι τα άγια σου χέρια που με άγγιξαν για πρώτη φορά, εκεί είναι τα ακροδάχτυλα του θανάτου που παγώνει τις αστρικές εκρήξεις και τις κάνει παραγράφους σε βαρετά βιβλία σχολικά, εκεί είναι η μυρωδιά της άμμου, εκεί είναι τα σώματα ξαπλωμένα, ο άνθρωπος που είναι όλοι οι άνθρωποι, οι ανάσες που δεν λυπήθηκαν τη φθορά και την προσκάλεσαν στο βραδινό μας τραπέζι…

…μην πλησιάζεις το κύμα, σε παρακαλώ, αισθάνομαι ανήσυχος να σε συγκρίνω με τη θάλασσα, δεν θέλω την αιωνιότητα της Μητέρας να σε σκεπάζει, έλα, έλα κοντά μου, πες μου για τα καθημερινά σου, πες μου για τη ληστεία στη τράπεζα, τον αγενή πελάτη το πρωί, πες μου πράγματα μικρά, δεν αντέχω άλλο τα μεγάλα, πες μου για τα γενέθλια της αδερφής σου, τι φαγητό σου αρέσει, πες μου για κείνα που αύριο χάνονται, πες μου για κείνα που χτες δεν υπήρχαν, πες μου, μίλησέ μου…

…η μέγγενη του ποτέ μας σφίγγει, η μάστιγα του χρόνου τσακίζει τις σάρκινές μας πλάτες, δώσε μου το χαμόγελό σου, δώσε μου το βλέμμα σου, δώσε μου κάτι να πιαστώ, γίνε εσύ εγώ, πιάσε με κι εσύ, γίνομαι εγώ εσύ να μην φοβάσαι τον νυχτερινό αφανισμό του ήλιου…

ποιος είπε ότι απαρνήθηκα το αιώνιο της σάρκας για μια λίβρα πνεύματος;
… ήξερες είπες; ήξερες πως είμαστε θνητοί;

σ’ευχαριστώ που ποτέ δεν μου το είπες…



Ιαν 2010

Τετάρτη 6 Μαΐου 2015




Το απέραντο χυμούσε μέσα μου
Γινόταν ένα με τη σάρκα μου
Ένα με το αίμα μου
Το στερέωμα με τρυγούσε
Και δεν το αρνιόμουν
Δεν το φοβόμουν
ήθελα να γίνω αόρατος
και μαζί ορατός…

Το αδιανόητο με κατοικούσε
Γινόμουν ξενιστής του
Γινόμουν δέσμιος
Και φύλακάς του
Έπρεπε να μάθω
Να μάθω να ψελλίζω απ’την αρχή
Ως και τ’όνομά μου
Στη δική Του αρχαία γλώσσα
Έπρεπε να μάθω
Ν’ακούω την ύπαρξή μου
Μέσα απ’τη δική Του μουσική…

Το Υπέροχο με άλωνε
Ένα προς ένα όλα τα κύτταρά μου
Του παραδίνονταν
Γινόμουν η εταίρα του
Η πόρνη του
Με εκφύλιζε
Με εξαγόραζε
Και ήταν το μόνο που είχα τόσο πολύ ποθήσει
Από την αυγή της ζωής μου

Το Κοσμικό Διανόημα
Το Δέντρο
Ο Όφις και ο Κήπος
Η δίχως αρχή Αρχή Όλων
Με διαπερνούσε
Με έναν ασύλληπτο ρυθμό
Απλωνόταν μέσα μου
Δήωνε τις αντιστάσεις μου
Φυλάκιζε τις ενοχές μου
Με απελευθέρωνε…

Ξέρω πως πια θα είμαι σιωπηλός
Αδελφέ μου
Αρχίζει εκείνο που δεν έχει όνομα
Να με βαφτίζει στο Ιχώρ του

Ανασαίνω το πρώτο Φως
Κι έχω τη γεύση όλων των ανήλικων ωκεανών
Της Δημιουργίας
Στα χείλη μου…

Αν θελήσω να πιω θα πεθάνω
Αν θελήσω να εισπνεύσω αναλώνομαι
Αν τολμήσω να εκπνεύσω…

Θα γεννηθώ ξανά
και δεν θα σε γνωρίζω...

Ιαν 2012


© Sarolta Bán