Σάββατο 2 Δεκεμβρίου 2023

 

Time illusion   Victoria Ivanova

 

Αντιπραγματισμός

 

Δεν ήξερα πως χρειαζόταν

να κάνω αυτό το μεγάλο διασκελισμό

για να μετακινηθώ αυτό το λίγο

μια τόσο δα μικρή περιοχούλα γης

αυτή περπάτησα

 

πόσο περίεργα σε αποζημιώνει ο χρόνος

εσύ του δίνεις όλα σου τα όνειρα

κι αυτός σου επιστρέφει

λίγες φτυαριές χώμα

 

και τη στιγμή που σκύβεις

να γευτείς το χάλκινό του χρώμα

κλείνουν τα μάτια

και είσαι πάλι δώδεκα χρονών

 

και αγέραστος…

 

Τετάρτη 22 Νοεμβρίου 2023

 


Εύθραυστος


Κάποτε γνώρισα έναν άνθρωπο
εύθραυστο
σαν την πρωινή δρασκελιά της θάλασσας
είχε δυο χέρια
σαν πήλινες προσευχές
ζεστά και όμορφα
μα φοβόσουν να τα σφίξεις δυνατά
μήπως και σπάσουν…

περπατούσε ανάμεσα στους ανθρώπους
και άφηνε ίχνη ζωηρά
χαμογελούσε
και η ανάσα του
ζωγράφιζε ξανά τον κόσμο
κοιτούσε με ένα βλέμμα
που είχε την αλήθεια του πόνου
και την ιερότητα του χώματος

περπατούσε ανάμεσα στους ανθρώπους
και η ευγένειά του
χαράκωνε τη χυδαιότητα
σαν το διαμάντι το γυαλί…

κι όμως
τούτος ο απλός ουρανός
έγινε μεγάλος και απέραντος
έγινε μικρός και αθέατος

μια μέρα

τούτος ο δροσερός καημός
ανάσανε μια τελευταία φωτιά
και από τους πνεύμονές του
ξεχύθηκαν τα μικρά παιδιά
του Απείρου

και αγκάλιασε την ύπαρξή του
δυνατά
πολύ δυνατά

κι έσπασε σε μικροσκοπικά
υπέροχα

αστέρια…






**+**

Τετάρτη 1 Νοεμβρίου 2023

 

 σιγῇ ἀπώλοντο…
 
κι έτσι αρθρώθηκαν οι πρώτοι λόγοι...
πάνω στο σεμνό κύμα
μέσα στο όνειρο
έξω από το σκοτεινό δωμάτιο

ο νους
κροτάλιζε ξόρκια
και αυτοσχεδίαζε κατάρες
σπαρτές
ασήμαντες
λυγρές
όμως ανάπνεε
πάνω στα ίχνια της Νύχτας

δεν σε αγνόησα ποτέ
να ξέρεις
σε νοσταλγούσα
ακόμη και τις στιγμές
που ήμασταν μαζί
πάνω στο λυπημένο κύμα
μέσα στο λάμπον όνειρο

έξω απ'το μικρό δωμάτιο

ίμερος
γλυκύς
ό,τι κρατώ
ό,τι θυμάμαι

σιγή...

...κι ότι δεν σε συνάντησα
 

Τρίτη 17 Οκτωβρίου 2023

 


Ο ποιητής όργωνε με μανία το χωράφι του εαυτού του
Χρόνια και χρόνια δούλευε, κοπίαζε, στερήθηκε τον ύπνο, στερήθηκε τον κόσμο, στερήθηκε τη γλυκιά ανάπαυση της παραίτησης…
‘αφρόντιστο τούτο το κληροδότημα της Ειμαρμένης δεν θα αφήσω’ έλεγε και αρνιόταν την ‘πνευματικότητα’ με ένα μειδίασμα εωθινής ηδύτητας…

‘Ποιος είναι ο... 'πνευματικός' άνθρωπος;’, ρωτούσε τον εαυτό του, ‘μονάχα εκείνος που ξέχασε πως ποίηση είναι τα χέρια, είναι το βλέμμα, είναι η απαντοχή… 'πνευματικός' είναι κείνος που λησμόνησε τον εαυτό του σε μια πολυθρόνα και αρνείται να επιστρέψει στη σκληρή καρέκλα… 'πνευματικός' είναι κείνος που αφέθηκε στη τρυφή του μαλακού στρώματος και παράτησε το άβολο ντιβάνι εκστρατείας…’
‘στρατευμένος γεννήθηκα… στο χαράκωμα του είναι μου θα τελευτήσω…’ μονολογούσε

Την ιερότητα δεν ήθελε να εξοστρακίσει ο ποιητής
Κείνη τη μυστική ανάσα που σχηματίζει τον Λόγο στο θολό τζάμι της μοναχικής του καλύβης
Κείνο τον ερωτικό εαυτό που αναρπάζεται από τη Νύχτα και αξιώνει μια ομορφότερη μέρα…
Κείνο το σεμνό χαμόγελο της παιδικότητας που ζωγραφίζεται στα χείλη όταν όλος ο υπόλοιπος εαυτός δεν το γνωρίζει
 
Όταν ο νους δεν το γνωρίζει
Όταν η ψυχή δεν το γνωρίζει
Όταν ο χρόνος δεν το γνωρίζει…

Την μυστική συνάφεια με την Αλήθεια δεν ήθελε να προδώσει ο ποιητής
Και στερήθηκε Κυριακές με ηλιόλουστα παραδείσια βουλεβάρτα γεμάτα κοπελιές χαρούμενες και παιδιά θορυβώδη
Και στερήθηκε απογεύματα δίπλα στην αιωνιότητα της σιωπηλής θάλασσας
Και στερήθηκε πρωινά ζεστά που ακουμπάς τον ήλιο στο μάγουλο και είναι σα χάδι ερωμένης
Και είναι σα φιλί μοναχοκόρης πριν φύγει για το σχολειό…

Την αδειοσύνη της επίγνωσης αναζήτησε ο ποιητής
Και εργάστηκε σκληρά
Φιλόπονα
Απάνθρωπα
 
Στο εργαστήρι του εαυτού
Στο λατομείο της θλίψης
Στο εργοτάξιο της φθοράς

Έμεινε ως το τέλος όρθιος
Δάκρυσε μονάχα λίγο στο στερνό του συναπάντημα με τον ήλιο
‘δεν σε γνώρισα καλά αδελφέ μου, δεν σε φίλεψα σάρκα, δεν σου χάρισα αίμα, δεν σ’έκλεισα στη χούφτα μου με μανία…’ ψιθύρισε κομπιάζοντας
‘με συγχωρείς… απλώθηκα πολύ ως το απέραντο του φόβου και δεν σε πρόλαβα… χάραξέ μου το σαρκίο πριν αποδρομήσω… δεν φεύγω ικέτης… έρχομαι θεωμένος, έρχομαι φωτεινός!’

Κοίταξε τα κουρασμένα χέρια του
Και δεν λυπήθηκε
Άγγιξε τα κουρασμένα μάτια του
Και δεν λυπήθηκε
Χάιδεψε τα λιγοστά μαλλιά του
Και δεν λυπήθηκε
Γύρισε, κοίταξε το φτωχικό του δώμα
Και δεν λυπήθηκε

Έγλειψε τα στερημένα χείλια του
 
Και αναλύθηκε σε λυγμούς


"Temenos #8: The Poet"  Oil, Acrylic on Canvas (46 in x 66 in)  (Collection of Jason Hughes)

Σάββατο 16 Σεπτεμβρίου 2023

 

Αχανές

(απόσπασμα)

Αχανές δεν είναι μονάχα ό,τι δεν μπορεί να περι-οριστεί, να τοπογραφηθεί με τον θεοδόλιχο του νου και να υψομετρηθεί με τον χωροβάτη της αντίληψης. Αχανές δεν είναι απλά ένας μη-μετρήσιμος γεω-χώρος, φυσικός ή φαντασιακός. Στην πραγματικότητα, Αχανές είναι ο μόνος αληθινός χώρος και ας μην είναι ‘πραγματικός’. Δεν τον αναγνωρίζει η μεθοδολογία του νου, δεν τον εμπεριέχει στην ΄διδαδκτέα’ του ύλη, τον απορρίπτει εξ αρχής. Αχανές είναι οτιδήποτε αναφέρεται στη ματιά. Είναι, με άλλα λόγια, το υποκείμενο και το αντικείμενο σε μια ταυτότητα δι-ύπαρξης στο διηνεκές… εντατική, δυναμική, αλληλοπεριχωρική δι-ύπαρξη. Γιατί στο αχανές, η συνομιλία με τον εαυτό δεν υπόκειται σε ψυχαναλυτικούς όρους και η συνομιλία με το θείο δεν έχει την μηχανιστική επαναληπτικότητα του διαλογισμού. Ακόμη και η προσευχή, δεν ανήκει στο αχανές. Ακόμη και ο έρωτας, ο άπτερος έρωτας, ο θείος έρωτας, δεν ανήκουν στο αχανές. Γιατί στο αχανές έχει την πανάρχαια γλώσσα του ωκεάνιου βιώματος. Μια γλώσσα ακατάληπτη, άγνωστη, ξεχασμένη, απρόσιτη από οτιδήποτε μπορεί να γίνει μέρος της κοινής αντίληψης.
Μονάχα η Αγάπη γνωρίζει το Αχανές και το Αχανές την Αγάπη.
Αγάπη και όχι… αγάπη. Γιατί δεν πρόκειται για μια ακόμη συναισθηματική, ευγενής έστω και εκλεπτυσμένη έκφραση του ανώτερου εαυτού. Ακόμη και ο ανώτερος εαυτός είναι μολυσμένος από τα κατάλοιπα της σαρκικής όρασης, δεν μπορεί να δει τόσο βαθιά, στα έγκατα του αχανούς.
Η συναισθηματική αγάπη είναι ένα απλό και μειονεκτούν υποσύνολο της Αγάπης. Είναι η κατακτητική, εγωτική, άπληστη ‘αγάπη’ της ηδονολατρείας, της ηδυπάθειας, της περιέργειας, της επεκτατικής δράσης του συναισθήματος. Πλημμυρική  η φύση της κι όμως δεν έχει τη δύναμη να πληρώσει σε βάθος τίποτε. Μοιάζει με ένα θρασύ αλλά ρηχό ρυάκι που παλεύει να ξεδιψάσει ένα απειράριθμο στρατό. Τούτη η άγρια και επιδρομική αγάπη δεν έχει σχέση με το μεγαλείο και το Ολύμπιο ύψος του Αχανούς. Γιατί το Αχανές προϋπήρχε της αγάπης.
Το Αχανές, γεννήθηκε όταν όλα βρίσκονταν στο γνόφο του σκότους.
Πως μπορεί να συνομιλήσει κανείς με το Αχανές; Πως μπορεί να βυθιστεί ένας κόκκος ζάχαρης στη θάλασσα και να μην διαλυθεί, να μην αφανιστεί; Πως μπορεί μια πυρετική ψυχή να εμπιστευτεί την ανάσα της στο άπειρο και να μην σκορπίσει σε εκατομμύρια και δις εκατομμύρια φλόγες που τίποτε δεν μπορούν να ζεστάνουν και κανέναν χώρο να φωτίσουν;
Το να μιλάς για το Αχανές είναι μια δράση αυτό-υπονομευόμενη. Είναι μια δοκιμασία μαζί και μια πρόκληση του νου να εισέλθει στο παράδοξο. Μοιάζει με το ταξίδι στο παρελθόν. Είναι αδύνατο και μαζί δυνατό. Η σκέψη γυρίζει στο παρελθόν καταργώντας όλους τους περιορισμούς, ανεμπόδιστη, θριαμβική, υπερπηδά κάθε φράγμα και επιτυγχάνει εκείνο που το σώμα δεν μπορεί. Η σκέψη καταργεί κάθε έννοια παράδοξου και δεν γνωρίζει νόμους φυσικούς ή μετα-φυσικούς. Η σκέψη όμως δεν μπορεί να εισέλθει στο Αχανές. Γιατί εκεί, ο χρόνος και ο χώρος, οι δυο άξονες που «κατασκευαστικά» απαιτούνται για να μπορεί να τροχιοδρομεί η σκέψη, δεν υπάρχουν, είναι ανύπαρκτοι και μαζί υπαρκτοί, όπως ή έννοια του Άγιν, στην καβαλιστική μυητική ανθρωπο-θεοσοφία. Το Άγιν είναι μια δυνατότητα ύπαρξης αλλά δεν υφίσταται. Είναι οντολογικά α-όριστο, μη ορίσιμο αλλά διανοητικά αναγκαίο. Είναι το ‘απόλυτο μηδέν’ απλώς για να έχει ένα όνομα. Και με την έννοια αυτή, εισάγεται στην κοσμολογική ερμηνευτική της Καμπαλά ώστε να είναι μετά δυνατή η εισαγωγή του Χρόνου στο ‘σύστημα’. Και ο νους πάντοτε διαβάζει τον κόσμο με ονόματα. Με ονόματα και με το Χρόνο.
Μιλώντας για το Αχανές, ο άνθρωπος τεντώνεται, η διάνοιά του ανοίγει, εκτείνεται, εκπτύσσεται, όμως και πάλι, δεν μπορεί παρά να αγγίξει τους τοίχους του αυτό-ορισμού του. Όπως ακριβώς ο έγκλειστος με τα χέρια σε έκταση αγγίζει ίσως το πολύ πολύ τα ασφυκτικά όρια της φυλακής του…


Fantastic scenery of Antelope Canyon

Σάββατο 26 Αυγούστου 2023

 


Φυλάκιο

Στις υπώρειες του Απρόσιτου Όρους συνέβη

Εκεί όπου δεν αντέχονται όσα βλέπει κανείς
Εκεί όπου δεν αντέχονται όσα ακούει κανείς
Εκεί όπου δεν αντέχονται όσα βιώνει κανείς

Ήρθα επισκέπτης στο φυλάκιο αυτό…
Προνομιούχος να γευτώ όσο αντέξω
Εκείνο που δεν μπορεί να ειπωθεί από χείλη ανθρώπων…

Είχα στα χέρια μου ομίχλη
Και δάνειο αίμα της αυγής
Και τάισα το σκοτάδι που άπληστα ρουφούσε από το ιχώρ του Απείρου
Όσο άντεχε να καταναλώσει
Το σκοτάδι με οδήγησε πέρα από το Αρχαίο Δάσος
Στο αφιλόξενο μονοπάτι των εφτά αρτηριών
Που αιμοδοτούν εδώ και αιώνες τον Φύλακα…
Δεν μου επετράπη να τον κοιτάξω ολόισια στα μάτια
Μετά βίας μπορούσα να ανεχτώ τον ήχο της φωνής του…

Και ο Φύλακας του Ρόδου μονολογούσε… όπως πάντα…

Δεν αγαπήσατε ποτέ…
…υποφέρετε απλώς, κάποιες στιγμές υποφέρετε από επικοινωνιακή πείνα…
…τα επίπεδα διάδρασης πέφτουν τόσο πολύ στο αίμα σας που έχετε την άπληστη, άμεση ανάγκη για δημιουργία ‘σχέσης’…
…δεν έχετε πλαστεί για να σχετίζεστε…
… δειλά και ασήμαντα τα βήματα του είναι σας… έχουν την μελαγχολική πάχνη ενός φθινοπωρινού αιώνιου πρωινού…
…είστε ανίκανοι να μεταλλαχθείτε σε χειμωνιάτικη καταιγίδα…
…είστε αναιμικοί για να μεταστοιχειωθείτε σε ανοιξιάτικη γέννηση…
…είστε ποτισμένοι τόσο πολύ με θάνατο που τα καλοκαίρια δεν μπορούν να φωτοδοτήσουν το είναι σας…
…μόνοι σας επινοείτε την μοναξιά σας…
…μόνοι σας εμπειρώνεστε την νόθα συντροφικότητα…
…μόνοι σας κατασκευάζετε το θόρυβο στο μυαλό σας…
… δεν αγαπήσατε ποτέ…
… πεινάτε… διψάτε για Ύπαρξη…
… αλλά δεν είστε άξιοι να μεταλάβετε ούτε μια δροσοσταλίδα από την δεξαμενή που σας προσφέρεται…
…ακοινώνητοι…
…αποσυνάγωγοι…
…συμπαγείς και απρόσβλητοι από τα πάντα…
…τι μπορώ να προσφέρω στις ψυχές σας; Μονάχα το άρωμα του Ρόδου…
…δεν το θέλετε, δεν το έχετε ανάγκη…
…τις ανάγκες σας τις αγοράζετε…
…τις επιθυμίες σας τις εξαγοράζετε…
…τις ηδονές σας τις νοικιάζετε…
…και το χαμόγελό σας δεν αρκεί για να ζεστάνει κανένα από τα πρωινά σας…
…και τούτο το Ρόδο θα παραμένει πάντα ένα όνειρο για τους Μύστες που δαπάνησαν διακόσιες ζωές για να το αντικρίσουν…
…βδελυροί…
…το δέντρο της ζωής σας δεν έχει ρίζες…
…πεθαίνετε…
... μακριά από μένα το άγγιγμα της νόησης…
… μακριά από μένα ο ρυπαρός στοχασμός σας…
… μακριά από μένα η δαιδαλώδης φρίκη σας…
… μακριά από μένα η τέχνη σας, ο πολιτισμός σας, η πρόοδός σας…
… μακριά από μένα τα λιπαρά περιττώματα της σκέψης σας…
… μακριά!!!

Άλλο δεν έπρεπε να μείνω
Επισκέπτης ήρθα στο προκεχωρημένο αυτό φυλάκιο της Αιωνιότητας
Αλαφροπάτης πλησίασα το πανάρχαιο Ον
Και γρήγορα αποχώρησα να μην ενοχλώ την εύθραυστη μοναχικότητά του...


Κι ένα πέταλο από κάποιο σπάνιο Ρόδο είχα στην κλειστή μου παλάμη
Φτιαγμένο από δάκρυα και αίμα
Δεν ήξερα τότε που χαμογελούσα καθώς αντίκριζα το ακριβό μου δώρο
Πως αιμορραγούσα
Κι έκλαιγα…