Υπήρχε κάτι πένθιμο
σε τούτη τη σιωπή
σαν το χαρταετό
που κόβεται απότομα το νήμα του
αυτό που τον συνδέει με τον άνθρωπο
αυτό που τον συνδέει με το χαμόγελο
και ταξιδεύει για λίγο
όσο να ψελλίσεις ένα
‘μα, πως… πως γίναμε τόσο σιωπηλοί;’
κι ύστερα…
γκρεμίζεται στη γη
Ναι
υπήρχε κάτι πένθιμο
στο τρόπο που έλεγες ‘καλημέρα’
στο τρόπο που έστρωνες το τραπεζομάντηλο
στο τρόπο που ξάπλωνες στο κρεβάτι
για να με υποδεχθείς ερωτικά
Κι αυτός δεν ήταν έρωτας
ήταν μια πρόσκαιρη συμμαχία
με το εγώ μας
μια θορυβώδης παράσταση σκιών
τόσο ώστε να μη μας ξεκουφαίνει
η κραυγή της θλίψης
Εσύ να δώσεις στο γκρι
μια απόχρωση γαλάζιου
να δώσω εγώ στο σκοτάδι
μια ρυτίδα από φως…
Κι όταν δεν θα’χω;
αναρωτιόμουν
όταν δεν θα’χω πια;
εσύ μου απαντούσες με κείνο το δειλό
σα ρωγμή στον κατάλευκο τοίχο
πένθιμο χαμόγελό σου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου